-
1 ἄμαχος
ᾰμᾰχος, -ον1 unconquerableἝκτορα Τροίας ἄμαχον ἀστραβῆ κίονα O. 2.82
ἄμαχον κακὸν ἀμφοτέροις διαβολιᾶν ὑποφάτιες P. 2.76
ὁ δἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους (sc. Ἡρακλέης.) I. 6.41 c. inf., impossibleἄμαχον δὲ κρύψαι τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13
dub., ἄμαχοί ( τινες) εἰς σοφίαν ?fr. 353.
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский